Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

Είμαι μόνος μου, εγώ κι ο πόνος μου (του Γιώργου Βαρδακώστα)

Είμαι μόνος μου, εγώ κι ο πόνος μου (του Γιώργου Βαρδακώστα)
Δεν είμαι εγώ. Είμαι κάποιος άλλος. Μου συμβαίνει συχνά τώρα τελευταία. Μπορεί να είναι κάποιου είδους διαταραχή ή απλά να φταίει το χάμπουργκερ, που παρήγγειλα χθες βράδυ. Στη φαντασία μου είμαι εργένης και κάνω εργένικη ζωή. Παρήγγειλα λοιπόν ένα μπέργκερ και πατάτες και κάθισα στον υπολογιστή να καώ μέχρι το πρωί παίζοντας LoL (League of Legends για τους αδαείς). Πίνω ένα Red Bull και είμαι έτοιμος.  

Ε ρε κι αρχίζει ένας πόνος! Τι; Ήρθε η ώρα να γεννήσω; Θέλω να ξεράσω. Συγνώμη αλλά πρέπει να τα βγάλω  από μέσα μου, για να ξαλαφρώσω. Δε μού ‘ρχεται όμως. Αυτό το χάμπουργκερ θα φταίει. Ας ψάξω λίγο στο Internet.
10 τρόποι για να ξεράσεις (κατευθείαν από την αρχαία Ρώμη)
- Κάτσε ανάποδα στο λεωφορείο (προφανώς δε γίνεται γιατί δε έχω λεωφορείο)
- Ο πιο απλός τρόπος για να ξεράσεις ρε μαν είναι να σκέφτεσαι ότι θα ξεράσεις. Τι πιο απλό. Πήγαινε και κοντά στη χέστρα να δεις πως θα σου ’ρθει αμέσως (τι με πέρασες γελοίε, η τουαλέτα μου είναι καθαρή).
- Το δάχτυλο σου στο στόμα (το βάζω, αλλά δε λειτουργεί).
- Στάχτη στο ποτό σου (το ήπια το Red Bull, άσε που δεν καπνίζω κιόλας)
- Κάτι ακατάλληλο, που δεν μπορώ να το γράψω (ούτε και να το κάνω εννοείται, αλλά και μόνο η σκέψη φαίνεται ότι βοηθάει)
- 2 ποτήρια χλιαρό νερό (αηδιαστικό, αλλά δεν πιάνει)
- Βάζεις ένα κουταλάκι στο στόμα και …
Αυτό είναι. Έπιασε. Τρέχω γρήγορα …
Μπλιαχ. Αηδία. Όμως αισθάνομαι καλύτερα. Καλύτερα είπα; Κι όμως. Ο πόνος τώρα είναι διαφορετικός και κατεβαίνει προς τα κάτω. Μήπως πράγματι γεννάω;
Μπαμπά, μαμά βοήθεια.
Ξέχασα να σου ότι, αφού δεν είμαι αυτός που είμαι, μπορώ να είμαι όποιος θέλω. Διαλέγω λοιπόν να είμαι 20 χρονών. Κι αν είμαι 20 χρονών, θα είμαι, τι άλλο, φοιτητής. Ας διαλέξω και μια πόλη. Ο Βόλος είναι μια χαρά. Ωραία πόλη. Έχει και θάλασσα, που αρέσει και στη μαμά. Λες και είχε και στο χωριό της θάλασσα. Τέλος πάντων. Ένα κίνητρο παραπάνω, για να έρχεται να με καθαρίζει. 
Ωστόσο όμως, μόνος στο Βόλο, με τον πόνο να κατεβαίνει χαμηλά τρεις τα ξημερώματα, δεν ξέρω τι να κάνω. Δεν ξέρω ποιον να ειδοποιήσω. Δεν έχω και μονάδες στο κινητό. Το βρήκα. Θα στείλω μήνυμα στο facebook. Τώρα θα μου πεις, πώς είναι δυνατόν να έχω Internet και να μην έχω σταθερό τηλέφωνο; Είπαμε. Είμαι 20 χρονών και μυαλό δεν έχω. Αφού δεν το χρησιμοποιώ έτσι κι αλλιώς το σταθερό, είπα στον μπαμπά να πάρει τη συσκευή κι έτσι, ενώ υπάρχει γραμμή δεν μπορώ να τηλεφωνήσω. Θα περιμένω λοιπόν να δουν το μήνυμα.
7:30 Ντριιιν. Η μαμά σε κατάσταση πανικού.
- Τι έγινε αγόρι μου; Είσαι καλά; Τι έπαθες.
- Πονάω μαμά.
- Πού πονάς παιδί μου; Τι θα κάνω τώρα Θεέ μου;
Δε θέλει και πολύ φαντασία. Μπορείς και συ αναγνώστη, που δεν την ξέρεις, να σχηματίσεις στο μυαλό σου την εικόνα της αλλόφρονος μάνας, που βηματίζει πάνω κάτω με το κινητό στο χέρι, περιμένοντας τη συντέλεια του κόσμου ή έστω να της πέσει ο ουρανός στο κεφάλι. Αυτό όμως είναι από άλλο κόμικ.
Της παίρνει το τηλέφωνο από το χέρι ο μπαμπάς. Καλύτερα τώρα.
- Έχεις λεφτά;
- Έχω.
- Μπες σ’ ένα ταξί και γρήγορα στο νοσοκομείο. Στα επείγοντα.
- Δεν έχω μονάδες στο κινητό.
- Θα καλέσω εγώ το ταξί, αν βγάλω άκρη με τη μάνα σου βέβαια. Εσύ ετοιμάσου και κατέβα κάτω.
Όπερ και εγένετο. Αυτό το «εγένετο» πρέπει να είναι αόριστος του γίγνομαι. Όχι, για να μη λέτε ότι δεν έμαθα τίποτα στα Αρχαία δηλαδή.
Στο δρόμο προς το νοσοκομείο, χαζεύω τις διαφημιστικές πινακίδες.  
- Ξεμπερδεύουμε με το παλιό.
- Κερδίζουμε το αύριο.
- Η ελπίδα έρχεται.
Ναι. Πράγματι. Η ελπίδα ήρθε κι έφυγε δυο φορές, λέει ο μπαμπάς.
Προφανώς οι διαφημιστικές πινακίδες έχουν να χρησιμοποιηθούν από τις εκλογές. Αφού έκτοτε δεν έχει μείνει και καμία επιχείρηση στην Ελλάδα, που μπορεί να πληρώσει για διαφήμιση. Και τι να διαφημίσει άλλωστα και σε ποιον. Καταλαβαίνουν οι Σύριοι ελληνικά;
- Ένα, δύο, τρία. Μας έκλεισες Αλέξη τη θύρα 13. 
Α, ξέχασα να σου πω ότι, είμαι και Παναθηναϊκός και το σύνθημα αυτό δεν είναι στις διαφημιστικές πινακίδες, αλλά γραμμένο στον τοίχο με κόκκινη (!) μπογιά. Συνοδεύεται βέβαια και από μερικές κακές λέξεις, που δεν τις γράφω, γιατί είμαι καλό παιδί. Άλλωστε ο τοίχος έχει τη δική του ιστορία και εγώ τη δική μου. Και η δική μου πονάει. Πονάει πολύ.
Επιτέλους το ταξίδι τελειώνει. Φτάσαμε. Ωραίο το νοσοκομείο του Βόλου. Από έξω. Γιατί από μέσα άστα να πάνε.  
Έρχεται η νοσοκόμα. Μμμ ωραία η νοσοκόμα. Θα φανώ γενναίος. Τσινγκ. Μπήκε ο ορός με τη μία. Μπράβο χέρι η νοσοκόμα! Και όχι μόνο χέρι δηλαδή. Για να μην τα πολυλογώ, η μία εξέταση διαδέχεται την άλλη. Αίμα, ούρα καρδιογράφημα, υπερηχογράφημα, ακτινογραφίες. Όλα καλά. Τι καλά δηλαδή. Καλάθια. Οξεία σκωληκοειδίτιδα. Τι είναι αυτό; Άντε βγάλε άκρη με τους γιατρούς. Τι οξεία και τι περισπωμένη; Ευτυχώς το νοσοκομείο έχει WiFi και μάλιστα πάει σφαίρα.
Google: «Οξεία σκωληκοειδίτιδα είναι η φλεγμονή της σκωληκοειδούς απόφυσης. Είναι ένα συχνό πρόβλημα υγείας, ιδιαίτερα στις νεαρές ηλικίες. Θεραπεύεται επιτυχώς με χειρουργική επέμβαση (σκωληκοειδεκτομή) (ωχ). Αν όμως δεν διαγνωσθεί και αντιμετωπισθεί έγκαιρα, μπορεί να εμφανίσει σοβαρές επιπλοκές (περιτονίτιδα) (ωχ ωχ).»
Τι; Δηλαδή μπορεί και να πεθάνω; Τόσο νέος; Πριν κερδίσω το αύριο; Πριν δω την ελπίδα να γίνεται πραγματικότητα; Πριν ανοίξουν τα σύνορα; Πριν πάρει το πρωτάθλημα ο Παναθηναϊκός; Δε λέει. Μπαμπά βοήθεια. Οπ. Νάτος. 
- Ευτυχώς, που ήρθες. Και ευτυχώς, που ήρθες μόνος.
- Πώς είσαι;
- Πεθαίνω.
- Πάμε να φύγουμε. Τουλάχιστον να μην πεθάνεις στο Βόλο.
- Και πού να πεθάνω;
- Πάμε στη Λάρισα, που είναι ο θείος.
- Και δεν πάμε;
Υπογράφω. Τις εξετάσεις επ΄ ώμου και φύγαμε. Πάμε ταξίδι, όπως λέει και το άσμα:
Ετοιμάζεις ταξίδι μοναχά για πάρτυ μου
Να μην ξεχάσω, να πάρω μαζί και το χάπι μου  
 Λάρισα - Βόλος υπό βροχή. Άλλωστε δε σταμάτησε και καθόλου να βρέχει. Μαύρο τριήμερο κάναμε. Ούτε χαρταετό, ούτε τίποτα, που ν’ ανεβαίνει ψηλά ή να μ’ ανεβάζει ψηλά.
Άλλο νοσοκομείο αυτό της Λάρισας. Χειρότερο κι από του Βόλου. Ο Θεός να βάλει το χέρι του. Ή έστω ο Αλλάχ. Τουλάχιστον θα έχει καμιά καλή νοσοκόμα; 
Στα επείγοντα πανικός. Με βάζουν στο θάλαμο βραχείας νοσηλείας. Δίπλα μου ένας τρελός εε … ένας ασθενής ήθελα να πω, που μυρίζει οινόπνευμα. Από τις ενέσεις θα είναι, σκέφτομαι. Δίπλα του, όρθιος ο γιος του. Κι αυτουνού θα πρέπει να του έχουν κάνει ενέσεις, γιατί επίσης μυρίζει οινόπνευμα. Εκτός κι αν είχαν οικογενειακή τσιπουρομαχία. Ο γιος έχει δεμένο το χέρι του. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να καταλάβω ποιος από τους δύο είναι ο πιο ασθενής ή καλύτερα ο πιο τρελός.  
Το τραγικό είναι ότι, υπάρχει μόνο ένας οροστάτης. Επειδή δεν ξέρω πώς λέγεται αυτό το τσιγγέλι, που κρεμάμε τον ορό, θα το λέω οροστάτη. Έτσι ο δικός μου ο ορός και ο ορός του γέρου είναι κρεμασμένοι στον ίδιο οροστάτη, με τα σωληνάκια τεντωμένα και το γιο, νευρικό, να κόβει βόλτες ανάμεσα στα κρεβάτια. Η ψυχή μου πάει στην κούλουρη. Τον φαντάζομαι να παίρνει σβάρνα τον ορό και να πετάγονται παντού τα αίματα. Ζαλίζομαι και μόνο στη σκέψη.  
Ο γιός παινεύεται για το ξύλο, που έριξε σε κάποιον ταλαίπωρο, το προηγούμενο βράδυ. Εξ ου και το δεμένο χέρι. Ο γέρος θέλει να πάρει το αυτοκίνητο να φύγει. Αμήν. Πού θα πας ρε γέρο; Δεν σου φτάνει τα χάλι σου, θέλεις να πάρεις και κανέναν άλλο στο λαιμό σου; Πιο δίπλα η συμβία του. Της ίδιας συνομοταξίας και αυτή.
- Θα πάω να πάρω το αυτοκίνητο.
- Πού θα πας άνθρωπέ μου, περιμένουμε τα αποτελέσματα.
Άνθρωπε αγάπα
την φωτιά σταμάτα
και την δύναμή σου
δώσ’ τη στο φιλί σου
- Πάω να πάρω το αμάξι.
- Πατέρα περίμενε, να βγουν τα αποτελέσματα, λέει ο γιος σε πολύ ήρεμο ύφος.
- Μάνα πήγαινε να τον μαζέψεις, ξαναλέει ο γιος επίσης σε πολύ ήρεμους τόνους.
- Πρέπει να περιμένω τα αποτελέσματα, λέει η μάνα, που μου θυμίζει τη μάνα ρέιβερ από το γνωστό κόμικ.
- Πήγαινε γ@ςγ τυ @νtCχθstv moy ξεφωνίζει ο γιος με μία ξαφνική έκρηξη μεγατόνων.
Η μάνα, συνηθισμένη προφανώς, το παίρνει χαλαρά, όχι όμως και οι υπόλοιποι (φυσιολογικοί) παρόντες. Οι γιατροί, προσπαθούν να παρέμβουν, να εξηγήσουν, να τον ηρεμήσουν. Ακόμα περισσότερα καντήλια. Ο Mr Security, πιο πονηρός, παρακολουθεί από απόσταση.
Ο λαός λέει: «ο τρελός είδε τον μεθυσμένο και φοβήθηκε». Και ο μεθυσμένος είδε αυτόν τον τύπο και φοβήθηκε ακόμα περισσότερο, λέω εγώ. Γιατί αυτός είναι ταυτόχρονα και τρελός και μεθυσμένος. 
Τα αποτελέσματα βγαίνουν (ευτυχώς), οι τρελοί αποχωρούν και η κατάσταση επανέρχεται στο φυσιολογικότερο. 
Με μετακομίζουν σε κανονικό δωμάτιο. Ο διπλανός, εγχειρισμένος από σκωληκοειδίτιδα και αυτός, δεν με γεμίζει με αισιοδοξία. Η συνεννόηση μαζί του γίνεται σε άπταιστα Ρώσικα, μόνο που δεν ξέρω Ρώσικα. Ευτυχώς μου δίνει τον κωδικό από το WiFi του νοσοκομείου και έτσι ξεχνιέμαι. LoL. 
Τι είναι αυτό, που πιάνω; Ένα καρούμπαλο στο κωλομέρι (συγνώμη δεν ξέρω πώς λέγεται επιστημονικά). Εκεί, που μου έριξε ο γιατρός τη βελονιά. Θα πεθάνω; Ωχ ευτυχώς δεν είναι καρούμπαλο. Είναι το βαμβάκι, που ξέχασε ο γιατρός. Όπως έχεις καταλάβει, είμαι λίγο φοβητσιάρης με τις βελόνες. Αυτός είναι και ο λόγος, που δεν θα μπορούσα να γίνω πρεζόνι, αν και θα βοηθούσε τέτοιες ώρες. 
Είμαι κουρασμένος και βρωμερός και ο ορός με ενοχλεί. Ωστόσο όμως με παίρνει ο ύπνος. Δεν ξέρω πόση ώρα κοιμάμαι, όταν ξαφνικά: 
- Θεία θεία ω ρε θεία. Θεία.
Σε κάθε νοσοκομείο, ως γνωστόν υπάρχει τουλάχιστον ένας χαζός. Εννοώ ως μόνιμος θαμώνας. Ένας γέρος με άνοια. Ένας νέος με άνοια ή απλά ένας μεθυσμένος ή ένας τρελός. Ή όλοι αυτοί μαζί. Έτσι αντί για το νοσοκομείο, νομίζεις ότι είσαι στο τρελοκομείο. Μόνο που στο τρελοκομείο θα τον είχαν σε καταστολή με λίγο λίθιο, λίγο ταβόρ, κάτι βρε αδερφέ.
Εντωμεταξύ η κυρία, που φωνάζει, είναι δέκα θαλάμους μακριά και διακοσίων χρονών. Οπότε η θεία της λογικά, θα βρίσκεται ακόμα πιο μακριά. Στον άλλο κόσμο. Και ίσως γι’ αυτό την φωνάζει τόσο δυνατά. Προσπαθεί να ακουστεί στον άλλο κόσμο.
- Θεία θεία μωρέ θεία.
Θέλω να φύγω. Καλύτερα να πάω από σκωληκοειδίτιδα, παρά από εγκεφαλικό. Όμως επειδή πρέπει να είμαστε θετικοί, θέλω να κάνω μία πρόταση στον υπουργό. Όχι το Μουζάλα, γιατί αυτός μπερδεύει τις βούρτσες με τη Μακεδονία. Τον άλλο, τον υπουργό υγείας. 
Επειδή όποιος μπαίνει σε δημόσιο νοσοκομείο, αυτομάτως αισθάνεται πιο κοντά στον άλλο κόσμο, θα μπορούσε η πολιτεία να προσλάβει αυτούς τους πώς τους λένε, τους πνευματιστές. Σε κάθε νοσοκομείο, κάθε βράδυ να γίνεται μία συνεδρία, μία σεάνς. Να επικοινωνούν οι ασθενείς με τους συγγενείς τους στον άλλο κόσμο. Έτσι θα παραμένουν ήρεμοι, δεν θα ενοχλούν τους άλλους ασθενείς και θα εξοικειώνονται σιγά σιγά με την ιδέα του θανάτου. Είναι και μια λύση και στο πρόβλημα της ανεργίας. 
- Αδερφή, τι είναι αυτά, που μου βάζετε; 
- Αντιβιοτικά.
- Και τα τρία;
- Ναι. 
Δηλαδή αυτό το σακουλάκι, που γράφει Sodium Chloride (χλωριούχο νάτριο ελληνηστί), το γνωστό μαγειρικό αλάτι, που μάθαμε στο σχολείο, είναι αντιβιοτικό; Θα τρίζουν τα κόκκαλα του Φλέμιγκ. Δηλαδή, όταν λένε ότι πρέπει να περιορίσουμε τη χρήση των αντιβιοτικών, εννοούν να μη βάζουμε πολύ αλάτι; Ευτυχώς, που δεν δήλωσα Ιατρική. Θα την είχα πνίξει τη νοσοκόμα. 
- Ο γιατρός είπε ότι μπορώ να φάω. 
- Ναι, σούπα.
- Τι καλό μου φέρατε; Πεινάω σα λύκος. Μπαμπά έλα να με ταΐσεις.
- Αμέσως.
- Μπλιαχ τι είναι αυτό;
- Μαλλιά αγγέλου.
- Τι, έχει τρίχες μέσα;
- Όχι έτσι λέγεται.
- Είναι νοσοκομειακό όνομα φαγητού, για να αισθάνεσαι πιο κοντά στους αγγέλους;
- Φάε και μη μιλάς.
- Δεν έχει καμία γεύση. Είναι σκέτο νερό. Δεν έχει ούτε αλάτι. Είναι ηλίθιοι εδώ στο νοσοκομείο. Μου βάζουν αλάτι κατευθείαν μέσα στις φλέβες, αλλά όχι στο φαγητό.
- Πες πως είμαστε στην αρχαία Σπάρτη και είναι ο μέλανας ζωμός.
- Αισθάνομαι ήδη σαν το Λεωνίδα. Δε μπορώ να φάω άλλο. Έσκασα από το πολύ φαγητό … από το πολύ νερό πιο σωστά. 
Όχι τίποτα άλλο, αλλά θα πρέπει να πάω και στη τουαλέτα μετά. Μάλλον αποχωρητήριο είναι η πιο σωστή λέξη. Για να πας είναι ολόκληρο ταξίδι. Πρέπει να πάρεις τον ορό στο χέρι. Να τον κρατάς ψηλά σαν τον κολοσσό της Ρόδου, να βγεις στο διάδρομο και μετά από ένα μικρό ταξίδι, να φτάσεις στο μέρος. Ένα μέρος τρομακτικό και βρωμερό. Πες μου τώρα, πώς φαντάζεται ότι, κατουράει ένας μονόχειρας; Και πώς πλένει τα χέρια του μετά; Ε ρε δεν θα βγω από δω; Θα γεμίσω την μπανιέρα με betadin και θα μπω όλος μέσα.
- Τυχερός είσαι. Τη γλιτώνεις, απ’ ότι φαίνεται, την εγχείρηση.
- Ευχαριστώ γιατρέ. Κι εσύ τη γλιτώνεις.

Περαστικά σε όλους, ασθενείς και υγιείς, που συχνάζουν στα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ.



Γιώργος Βαρδακώστας
Πηγή: Πιερία

Οι πιο πρόσφατες αναρτήσεις